Με ευκαιρία την πολύ θετική εξέλιξη και τροπή που έχει πάρει το θέμα με την κατασκευή του αλιευτικού καταφυγίου Βελανιδίων ,σωστό είναι να αναφέρουμε γιατί οι Βελανιδιώτες αλλά και όλοι οι Βατικιώτες ψαράδες αξίωναν την κατασκευή αυτού του αλιευτικού καταφυγίου.
Οι Βελανιδιώτες, όπως και οι υπόλοιποι Βατικιώτες θεωρούνται από τους καλύτερους ναυτικούς και ψαράδες. Η εξοικείωση του Βελανιδιώτη με τη θάλασσα αρχίζει από πολύ μικρή ηλικία 9-12 ετών που πηγαίνει ως βοηθός ναυτοπαίς (μούτσος ή τζόβενο, χαϊδεύτηκα καραβοσκυλάκι) στα ψαροκάικα, διχτυάρικα και τις τράτες. Η ναυτική αλιευτική δραστηριότητα των Βελανιδιωτών εξαπλώνεται σε μεγάλη έκταση γεωγραφικά και ενισχύεται με την εγκατάσταση τους σχεδόν σε όλη την Ελλάδα αλλά και εκτός Ελλάδος. Με αυτόν τον τρόπο οι ψαράδες από τα Βελανίδια θα μπορούσαν δικαίως να χαρακτηρισθούν «αλιείς θαλασσοπόροι».
Αρχικά, η αλιευτική δραστηριότητα και το ναυτεμπόριο εκτυλίσσονται γύρω από
την Νότια και την Ανατολική Λακωνία ως τις Σπέτσες-Ύδρα-Γύθειο-. Κατόπιν φθάνουν ως την Κρήτη με μόνιμες εγκαταστάσεις στο Ηράκλειο, στον Άγιο Νικόλαο, στα Χανιά κ.α. από εκεί πλέον η Κρήτη θα χρησιμοποιηθεί ως βάση για τις αλιευτικές εξορμήσεις τους με τις μεγάλες μηχανότρατες στη Βόρεια Αφρική και τον Ατλαντικό. Η ανάπτυξη εξ αλλού του βιομηχανικού κέντρου του Λαυρίου οδήγησε πολλούς Βατικιώτες και ιδιαιτερα Βελανιδιώτες να δραστηριοποιηθούν και σε αυτή την πόλη και αργότερα να εγκατασταθούν μαζικά μονιμα. Ελάχιστοι Βελανιδιώτες είχαν εγκατασταθεί στα Δωδεκάνησα και συγκεκριμένα στην Κάλυμνο, όπως ο Γιάννης Αθανασάκος, ο οποίος εκπαίδευσε τους Καλύμνιους στο αποδοτικό επαγγελματικό ψάρεμα.
Αρχικά, η αλιευτική δραστηριότητα και το ναυτεμπόριο εκτυλίσσονται γύρω από
την Νότια και την Ανατολική Λακωνία ως τις Σπέτσες-Ύδρα-Γύθειο-. Κατόπιν φθάνουν ως την Κρήτη με μόνιμες εγκαταστάσεις στο Ηράκλειο, στον Άγιο Νικόλαο, στα Χανιά κ.α. από εκεί πλέον η Κρήτη θα χρησιμοποιηθεί ως βάση για τις αλιευτικές εξορμήσεις τους με τις μεγάλες μηχανότρατες στη Βόρεια Αφρική και τον Ατλαντικό. Η ανάπτυξη εξ αλλού του βιομηχανικού κέντρου του Λαυρίου οδήγησε πολλούς Βατικιώτες και ιδιαιτερα Βελανιδιώτες να δραστηριοποιηθούν και σε αυτή την πόλη και αργότερα να εγκατασταθούν μαζικά μονιμα. Ελάχιστοι Βελανιδιώτες είχαν εγκατασταθεί στα Δωδεκάνησα και συγκεκριμένα στην Κάλυμνο, όπως ο Γιάννης Αθανασάκος, ο οποίος εκπαίδευσε τους Καλύμνιους στο αποδοτικό επαγγελματικό ψάρεμα.
Η γεωγραφική απογείωση της αλιευτικής δραστηριότητας εκτός Μεσογείου των Βελανιδιωτών ως ναυτικών, αλλά και ως ιδιοκτητών αλιευτικών, πέρασε από διάφορα στάδια. Το επόμενο βήμα ήταν η είσοδος στις υπερπόντιες αλιευτικές επιχειρήσεις περισσοτέρων γνωστών εφοπλιστών της Ελλάδας και του εξωτερικού από το χώρο της εμπορικής ναυτιλίας, π.χ. Λιβανός, Βερνίκος, Λάτσης κ.α. Αυτoί οι επιχειρηματίες επάνδρωναν τα αλιευτικά και τα πλοία ψυγεία τους με Βελανιδιώτες.
Στις αρχές της δεκαετίας το 1970 υπολογίζονταν πάνω από 60 τα ελληνικά αλιευτικά, που ψάρευαν στον Ατλαντικό, από τα οποία τα περισσότερα ήταν βατικιώτικα και πολλά βελανιδιώτικα.
Το 1993 με τον πρώτο πόλεμο ταυ Περσικού, κινδύνεψαν πολλοί Βελανιδιώτες ναυτικοί που εργάζονταν στα αλιευτικά του Λάτση. Οι πιο γνωστοί Βελανιδιώτες για την δραστηριότητα τους στον Ατλαντικό ήταν στην οικονομική τους ακμή ο Χρήστος Κρητικός, που είχε δέκα μηχανότρατες και ένα πλοίο ψυγείο, ο Κώστας Ιωαν. Κρητικός, ο οποίος είχε ιδρύσει την εταιρεία «Αργοαλιευτική» και διέθετε πέντε μηχανότρατες και δύο ατλαντικά πλοία ψυγεία και ο Παναγ. Καρατζής με μεγάλο πλοίο ψυγείο συνεταιρικά με άλλους. Επίσης ο Χρήστος Αντωνάκος (παρατσούκλι Καρβουνιαράκος) αρχικά στον Περσικό Κόλπο και κατόπιν στον Ατλαντικό καθώς και τα αδέλφια Πατσάκηδες, παιδιά του Τάσου, στον Ατλαντικό που είχαν τις επιχειρήσεις τους συνεταιρικά με ξένους. Οι Βελανιδιώτες ναυτικοί και ψαράδες είναι τόσο δεμένοι με τη θάλασσα, παρά τη σκληρότητα της ναυτικής ζωής, ώστε μετά τη συνταξιοδότησή τους αποσύρονται συχνά στο χωριό και ασχολούνται συστηματικά, αλλά ερασιτεχνικά με το ψάρεμα. Φαίνεται ότι έχουν διαμορφώσει ένα ιδιαίτερο εθνότυπο ή βασική προσωπικότητα, που καθορίζεται από το τοπικό κοινωνικό-οικονομικό και πολιτισμικό τους συστημα . Αγοράζουν μικρές βάρκες και δίχτυα ή παραγάδια, ανάλογα με τα κέφια τους και τη κλίση τους. Οι συζητήσεις στο καφενείο του χωριού περιστρέφονται γύρω από το ψάρεμα: Για τα δίχτυα που έριξαν και επειδή έπιασε βοριάς, θα πάνε να τα σηκώσουν, όταν «μαλακώσει» ο καιρός, για το ψάρεμα του κυνηγού (είδος ψαριού) με δόλωμα από ζαργάνα, για το φορτωμένο Τσιρίγο και για το καθούρι και την κατεβασιά (καταιγίδα, βροχερός καιρός με δυνατό αέρα), που θα ξεσπάσει το απόγευμα κ.λ.π.
Το παραπάνω κείμενο είναι αποσπάσματα από την εξαιρετική δουλειά του δρ. Αλεξάκη Π. Ελευθέριου.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου